Καλησπέρα στο dogforum.
Χθες το πρωί (γύρω στις 11) ξυπνάω να πάω στο μπάνιο. Την ξαναπέφτω στο κρεβάτι και ακούω τη μάνα μου να μιλάει στο τηλέφωνο με το γείτονα. «Ένα μεγάλο φίδι» είπε «ήρθε και έκατσε δίπλα στα σκουπίδια και δε φεύγει με τίποτα. Το πλησιάζω και μου βγάζει τα δόντια.»
«Όλο μαλακίες...» σκέφτηκα.
Λίγα λεπτά αργότερα ακούω τη μάνα μου να φωνάζει «ΑΤ!» επανειλημμένα. «Τι διάολο» σκέφτηκα «από πότε φωνάζουν στα φίδια;»
Σηκώνομαι να δω τι συμβαίνει. Αντί για φίδι, βλέπω ένα σκυλί κουλουριασμένο, τη μάνα μου μέσα από το φράχτη να φωνάζει και τη γειτόνισσα απ'έξω να του πετάει πέτρες. Μάλιστα η μία το πέτυχε στον κώλο και δεν ήταν και μικρή, αλλά αυτό δεν κουνήθηκε από τη θέση του. Τρέχω προς το μέρος τους και τους κράζω να το αφήσουν ήσυχο και ότι δε δείχνει καλά. Το διαλύουν και μένω να το κοιτάω μέσα από το φράχτη. Όντως δεν είχε δύναμη να σηκωθεί. Πάω και του βάζω λίγο νερό σ'ένα μπολ, το πλησιάζω σιγά-σιγά, αυτό κατουρήθηκε πάνω του και αφήνω το μπολ μπροστά του. Κάνω μερικά βήματα πίσω και το παρακολουθώ. Είχε κομμένα αυτιά και μάλλον τμήμα της ουράς. Γλύφει τα κατούρια του, τενώνει το κεφάλι του και πίνει κάμποσο νερό. Γυρίζω πίσω και του βάζω μια μερίδα Acana. Μόλις την αφήνω μπροστά του, ως εκ θαύματος σηκώνεται και αρχίζει να τρώει λαίμαργα μέχρι και το τελευταίο γαριδάκι. Και μετά ξαναξάπλωσε. Πήρα το μπολ να του βάλω κι άλλο νερό. Αυτό φαινόταν χαρούμενο και γύρισε υποταγμένο μόλις πλησίασα. Σε κάθε γέμισμα μετακινούσα το μπολ όλο και πιο μακριά από τα σκουπίδια. Κάθε φορά που άνοιγμα την πόρτα, σηκωνόταν, έκανε χαρές και ερχόταν μπροστά μου να το χαϊδέψω.
Ο γείτονας προειδοποίησε τους άλλους να μην αφήνουν τα παιδιά τους να περνάνε από 'κει γιατί υπάρχει «ένα μεγάλο άγριο σκυλί». Η μάνα μου έχει φοβία με τα σκυλιά και δεν τολμάει να πετάξει σκουπίδια. Ο Johnny ξελαρυγγιάστηκε να το γαυγίζει. Αυτό έχει αράξει στο δρόμο έξω από το φράχτη μας και μάλλον με περιμένει. Και όσο το ταΐζω έχω την εντύπωση πως δεν πρόκειται να συνεχίσει το δρόμο του. Δεν ξέρω πως βρέθηκε εδώ. Κανείς δε φαίνεται να το γνωρίζει. Ωστόσο, για να μ'αφήνει να το πλησιάζω, να γυρνάει ανάσκελα και να κάνει χαρούλες, σημαίνει πως είχε επαφή με ανθρώπους. Και σίγουρα το κόψιμο των αυτιών σημαίνει πως δεν ήταν από μικρό στο δρόμο.
Από χθες κιόλας γαυγίζει όποιον περνάει έξω από το σπίτι μου. Μάλλον θεωρεί το χώρο δικό του.
Δεν ξέρω τι να κάνω... Δε φαίνεται να το θέλει κανείς γύρω μου και όσο το φροντίζω τόσο περισσότερο κάθεται. Ήδη έχουμε αρχίσει να μαλώνουμε με τη μάνα μου. Σενάριο υιοθεσίας δεν παίζει. Ούτε καν ο Johnny δεν το δέχεται. Αργά ή γρήγορα, αν συνεχίσει έτσι, κάποιος θα το φολιάσει. Σήμερα δεν το τάισα μπας και φύγει να αναζητήσει τροφή παραπέρα. Αλλά δεν φαίνεται να θέλει να πάει πουθενά.
Χθες το πρωί (γύρω στις 11) ξυπνάω να πάω στο μπάνιο. Την ξαναπέφτω στο κρεβάτι και ακούω τη μάνα μου να μιλάει στο τηλέφωνο με το γείτονα. «Ένα μεγάλο φίδι» είπε «ήρθε και έκατσε δίπλα στα σκουπίδια και δε φεύγει με τίποτα. Το πλησιάζω και μου βγάζει τα δόντια.»
«Όλο μαλακίες...» σκέφτηκα.
Λίγα λεπτά αργότερα ακούω τη μάνα μου να φωνάζει «ΑΤ!» επανειλημμένα. «Τι διάολο» σκέφτηκα «από πότε φωνάζουν στα φίδια;»
Σηκώνομαι να δω τι συμβαίνει. Αντί για φίδι, βλέπω ένα σκυλί κουλουριασμένο, τη μάνα μου μέσα από το φράχτη να φωνάζει και τη γειτόνισσα απ'έξω να του πετάει πέτρες. Μάλιστα η μία το πέτυχε στον κώλο και δεν ήταν και μικρή, αλλά αυτό δεν κουνήθηκε από τη θέση του. Τρέχω προς το μέρος τους και τους κράζω να το αφήσουν ήσυχο και ότι δε δείχνει καλά. Το διαλύουν και μένω να το κοιτάω μέσα από το φράχτη. Όντως δεν είχε δύναμη να σηκωθεί. Πάω και του βάζω λίγο νερό σ'ένα μπολ, το πλησιάζω σιγά-σιγά, αυτό κατουρήθηκε πάνω του και αφήνω το μπολ μπροστά του. Κάνω μερικά βήματα πίσω και το παρακολουθώ. Είχε κομμένα αυτιά και μάλλον τμήμα της ουράς. Γλύφει τα κατούρια του, τενώνει το κεφάλι του και πίνει κάμποσο νερό. Γυρίζω πίσω και του βάζω μια μερίδα Acana. Μόλις την αφήνω μπροστά του, ως εκ θαύματος σηκώνεται και αρχίζει να τρώει λαίμαργα μέχρι και το τελευταίο γαριδάκι. Και μετά ξαναξάπλωσε. Πήρα το μπολ να του βάλω κι άλλο νερό. Αυτό φαινόταν χαρούμενο και γύρισε υποταγμένο μόλις πλησίασα. Σε κάθε γέμισμα μετακινούσα το μπολ όλο και πιο μακριά από τα σκουπίδια. Κάθε φορά που άνοιγμα την πόρτα, σηκωνόταν, έκανε χαρές και ερχόταν μπροστά μου να το χαϊδέψω.
Ο γείτονας προειδοποίησε τους άλλους να μην αφήνουν τα παιδιά τους να περνάνε από 'κει γιατί υπάρχει «ένα μεγάλο άγριο σκυλί». Η μάνα μου έχει φοβία με τα σκυλιά και δεν τολμάει να πετάξει σκουπίδια. Ο Johnny ξελαρυγγιάστηκε να το γαυγίζει. Αυτό έχει αράξει στο δρόμο έξω από το φράχτη μας και μάλλον με περιμένει. Και όσο το ταΐζω έχω την εντύπωση πως δεν πρόκειται να συνεχίσει το δρόμο του. Δεν ξέρω πως βρέθηκε εδώ. Κανείς δε φαίνεται να το γνωρίζει. Ωστόσο, για να μ'αφήνει να το πλησιάζω, να γυρνάει ανάσκελα και να κάνει χαρούλες, σημαίνει πως είχε επαφή με ανθρώπους. Και σίγουρα το κόψιμο των αυτιών σημαίνει πως δεν ήταν από μικρό στο δρόμο.
Από χθες κιόλας γαυγίζει όποιον περνάει έξω από το σπίτι μου. Μάλλον θεωρεί το χώρο δικό του.
Δεν ξέρω τι να κάνω... Δε φαίνεται να το θέλει κανείς γύρω μου και όσο το φροντίζω τόσο περισσότερο κάθεται. Ήδη έχουμε αρχίσει να μαλώνουμε με τη μάνα μου. Σενάριο υιοθεσίας δεν παίζει. Ούτε καν ο Johnny δεν το δέχεται. Αργά ή γρήγορα, αν συνεχίσει έτσι, κάποιος θα το φολιάσει. Σήμερα δεν το τάισα μπας και φύγει να αναζητήσει τροφή παραπέρα. Αλλά δεν φαίνεται να θέλει να πάει πουθενά.