Η παράδοξη παραλληλία ανάμεσα στην εξέλιξη της γλώσσας και την εξέλιξη των ειδών.
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator
Κυριακή, 10 Αύγουστος 2008 20:09
Του John Whitfield, λονδρέζου συγγραφέα επιστημονικών άρθρων, από το περιοδικό PLoS Biology.
Τον Φεβρουάριο του 1837, ο Κάρολος Δαρβίνος —πριν ακόμη αποπλεύσει με το Beagle—έγραφε στην αδελφή του Caroline μια επιστολή στην οποία σχολίαζε την ιδέα του γλωσσολόγου Sir John Herschel, ότι οι σύγχρονες γλώσσες έχουν προκύψει από μια κοινή προγονική μορφή. Ιδέα που αν αληθεύει, οδηγούσε τον Δαρβίνο να εκφράζει τις αμφιβολίες του σχετικά με τη βιβλική χρονολογία του κόσμου. «Καθένας γνωρίζει ότι τα 6 χιλιάδες χρόνια είναι η σωστή χρονική περίοδος, αλλά ο Sir J. πιστεύει ότι πολύ περισσότερα χρόνια πρέπει να μεσολάβησαν από τότε που διαχωρίστηκε η Κινεζική και οι Καυκασιανές γλώσσες από την κοινή παρακαταθήκη τους». [1].
Το παράδειγμα της γλωσσικής μεταβολής αποτελούσε μια από τις δια βίου επιδράσεις στη σκέψη του Δαρβίνου. Στην «Καταγωγή των ειδών» υποστήριζε ότι η δυνατότητά μας να κατατάσσουμε τις γλώσσες γενεαλογικά, παρά το γεγονός ότι έχουν μεταβληθεί και διαχωριστεί με διαφορετικούς ρυθμούς, δείχνει ότι το ίδιο θα μπορούσε να έχει συμβεί και με τα είδη. [2]. Και στην «Καταγωγή του Ανθρώπου» σημείωνε ότι « Η δημιουργία διαφορετικών γλωσσών και διαφορετικών ειδών καθώς και οι αποδείξεις ότι και οι δύο έχουν αναπτυχθεί μέσω μιας σταδιακής διαδικασίας, περιέργως είναι παράλληλες» [3]Τα εργαλεία της εξελικτικής ανάλυσης επιτρέπουν τώρα τόσο στους βιολόγους όσο και στους γλωσσολόγους να διερευνήσουν αν αυτές οι παράλληλες πορείες θα μπορούσαν πράγματι να τέμνονται ή να αποτελούν λωρίδες της ίδιας οδικής αρτηρίας. Προσδίδοντας στη μελέτη των γλωσσικών μεταβολών ένα ποσοτικό πλεονέκτημα, αυτή η προσέγγιση έχει αποκαλύψει εντυπωσιακές ομοιότητες ανάμεσα στη δυναμική της βιολογικής εξέλιξης και στη μεταβολή της γλώσσας. Ο εξελικτικός βιολόγος Mark Pagel του Πανεπιστημίου του Reading, του Η.Β. λέει «Οι γλώσσες μοιάζουν εξαιρετικά με τα γονιδιώματα» και προσθέτει: «Σκεφτόμαστε ότι θα μπορούσαν να υπάρχουν πολύ γενικοί νόμοι στην εξέλιξη των γλωσσών έναντι αυτών που διέπουν τη γενετική εξέλιξη»
Το ποια μορφή μπορεί να πάρει αυτός ο νόμος είναι ένα ανοικτό θέμα. Ένα συγκεκριμένο μυστήριο είναι πώς οι κανονικές μεταβολές που έγιναν αντιληπτές κατά τη διάρκεια αιώνων και χιλιετιών σχετίζονται με τις μυριάδες των διαδικασιών που επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι μαθαίνουν και χρησιμοποιούν τη γλώσσα. Οι εξελικτικές ιδέες έχουν κάνει αισθητή την παρουσία τους εδώ, αν και η σχετική συνεισφορά της βιολογικής και πολιτισμικής εξέλιξης, αλλά και του πώς μπορούν να αλληλοεπηρεάζονται, αμφισβητείται. Είναι όμως πιθανό κάποιος να ισχυριστεί ότι μια κατανόηση του τρόπου με τον οποίο μεταβάλλεται η γλώσσα, θα μπορούσε να αποτελέσει μέρος μιας γενικής θεωρίας που θα συμπεριλαμβάνει τόσο τη βιολογική, όσο και τη γλωσσική εξέλιξη. «Αν υπάρχει ένα μοντέλο για την πολιτισμική εξέλιξη τότε πιθανότατα οι άνθρωποι που εργάζονται πάνω στη γλώσσα, θα το προσεγγίσουν, λόγω του ότι υπάρχουν πάρα πολλά δεδομένα» λέει ο ψυχολόγος Alex Mesoudi του Πανεπιστημίου το Cambridge.
Ομαλή, ωστόσο σπασμωδική
Ένας παραλληλισμός ανάμεσα στα έμβια όντα και τις γλώσσες, είναι ότι τα πλέον σημαντικά στοιχεία τους, παρουσιάζουν και τη μικρότερη διαφοροποίηση. Στη βιολογία αυτό σημαίνει ότι γονίδια όπως αυτά που συμμετέχουν στο μηχανισμό της πρωτεΐνοσύνθεσης, αλλάζουν τόσο πολύ αργά ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν στη διερεύνηση των σχέσεων ομάδων που παρεξέκλιναν εκατοντάδες ή και χιλιάδες χρόνια πριν. Παρομοίως οι πλέον χρησιμοποιούμενες λέξεις, όπως οι αριθμοί και οι αντωνυμίες, αλλάζουν πάρα πολύ βραδέως. Κοιτάζοντας 200 από τις πλέον κοινόχρηστες λέξεις 87 Ινδοευρωπαϊκών γλωσσών η ομάδα του Pagel βρήκε ότι η συχνότητα με την οποία χρησιμοποιούνται στην καθημερινή κουβέντα, ερμηνεύει το 50% της ποικιλότητας στο τάχος με το οποίο μεταβάλλονται οι λέξεις. [4]. Αντίστοιχα ο Erez Lieberman, ένας θεωρητικός της εξέλιξης στο πανεπιστήμιου του Harvard και οι συνεργάτες του βρήκαν ότι κατά τη διάρκεια της προηγούμενης χιλιετίας τα ρήματα της Αγγλικής γλώσσας σταθεροποιήθηκαν σε ρυθμό αντιστρόφως ανάλογο της συχνότητας χρήσης τους. [5]. Η επίδραση της συχνότητας χρήσης υποδηλώνει ότι μερικά τάχη στις αντικαταστάσεις λέξεων είναι συγκρίσιμα με τα εξελικτικά τάχη μερικών γονιδίων λέει ο Pagel, ο οποίος πιστεύει ότι αυτές οι λέξεις μπορούν να επιτρέψουν στους ερευνητές να συντάξουν γενεαλογικά δένδρα που δείχνουν τις σχέσεις μεταξύ γλωσσών, ως 20 χιλιάδες χρόνια πριν, εν σχέσει με τα 8.000 χρόνια που πιστεύουν οι περισσότεροι γλωσσολόγοι ότι είναι δυνατόν.
Οι γλωσσολόγοι από παλιά πίστευαν ότι υπήρχε ένας σύνδεσμος μεταξύ της συχνότητας της χρήσης και το τάχος της μεταβολής. «Σε καμιά περίπτωση το εύρημα δεν μας εξέπληξε» λέει ο Tecumseh Fitch, ένας επιστήμονας της γνωστικής ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του St Andrews στη Σκοτία. «Καθιστώντας όμως την υπόθεση κατηγορηματική και ελέγξιμη, κάναμε ένα μεγάλο βήμα μπροστά» και η ευρωστία του προτύπου είναι εντυπωσιακή καθώς: «Μπορείς να έχεις απίστευτη κανονικότητα και διαδικασίες που έχουν την ισχύ νόμων, με ένα πολύ απλό μοντέλο» σχολιάζει ο ψυχολόγος Russell Gray του Πανεπιστημίου του Auckland στη Νέα Ζηλανδία, ο οποίος έχει δανειστεί τις μεθόδους της μοριακής φυλογενετικής, προκειμένου να ερευνήσει τον τρόπο με τον οποίο οι γλώσσες σχετίζονται, που προσθέτει ότι το πρότυπο: «Αποδεικνύει την ύπαρξη μιας σταθερότητας και κανονικότητας στον τρόπο με τον οποίο οι λειτουργικές διαδικασίες επηρεάζουν το τάχος της μεταβολής στα λεξικά μας».
Δεν είναι όμως όλα όσα αφορούν στη μεταβολή των γλωσσών αποτέλεσμα κανονικοτήτων. Νωρίτερα φέτος ο Pagel και οι συνεργάτες του, αποκάλυψαν μια ακόμη παραλληλία μεταξύ της γλωσσολογικής και βιολογικής μεταβολής. Βρήκαν ότι οι γλώσσες μεταβάλλονται βραδέως για μεγάλα χρονικά διαστήματα και στη συνέχεια υφίστανται μια έκρηξη μεταβολών [6]—αυτό δηλαδή που οι βιολόγοι αποκαλούν εστιγμένη ισορροπία (punctuated equilibrium). Αυτές οι εκρήξεις φαίνεται ότι συμπίπτουν με τις περιόδους της γλωσσολογικής ειδογένεσης, στις οποίες οι πληθυσμοί χωρίζονται και οι γλώσσες τους διαφοροποιούνται. Μελετώντας τα δένδρα των Ινδοευρωπαϊκών, των Αυστρονησιακών και των Bantu γλωσσών, οι ερευνητές βρήκαν ότι εκείνες οι γλώσσες που έχουν υποστεί τους περισσότερους διαχωρισμούς, είναι και αυτές που έχουν αλλάξει περισσότερο, έχοντας υποστεί μάλιστα περισσότερο από το ένα τρίτο των μεταβολών τους, σε περιόδους που σχετίζονται με τα σημεία διαχωρισμού. Ο Pagel προτείνει ότι η γλώσσα μεταβάλλεται όταν οι πληθυσμοί που τη μιλούν διαχωρίζονται, διότι οι επιμέρους ομάδες, συνειδητά ή ασυνείδητα, χρησιμοποιούν τον τρόπο με τον οποίο μιλούν, προκειμένου να αυτοπροσδιορίζονται και να διακρίνουν τα μέλη της ομάδας από τους εξωγενείς-όπως στην Παλαιά Διαθήκης οι άνδρες της Γαλαάδ εντόπισαν τους Ευφραιμίτες εχθρούς τους, από την αδυναμία των τελευταίων να προφέρουν την εβραϊκή λέξη shibboleth (κόκκος σταχυού), που αποτελεί πλέον ένα γενικά αποδεκτό όρο στη γλωσσολογία για τους λεκτικούς κωδικούς πρόσβασης.
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator
Κυριακή, 10 Αύγουστος 2008 20:09
Του John Whitfield, λονδρέζου συγγραφέα επιστημονικών άρθρων, από το περιοδικό PLoS Biology.
Τον Φεβρουάριο του 1837, ο Κάρολος Δαρβίνος —πριν ακόμη αποπλεύσει με το Beagle—έγραφε στην αδελφή του Caroline μια επιστολή στην οποία σχολίαζε την ιδέα του γλωσσολόγου Sir John Herschel, ότι οι σύγχρονες γλώσσες έχουν προκύψει από μια κοινή προγονική μορφή. Ιδέα που αν αληθεύει, οδηγούσε τον Δαρβίνο να εκφράζει τις αμφιβολίες του σχετικά με τη βιβλική χρονολογία του κόσμου. «Καθένας γνωρίζει ότι τα 6 χιλιάδες χρόνια είναι η σωστή χρονική περίοδος, αλλά ο Sir J. πιστεύει ότι πολύ περισσότερα χρόνια πρέπει να μεσολάβησαν από τότε που διαχωρίστηκε η Κινεζική και οι Καυκασιανές γλώσσες από την κοινή παρακαταθήκη τους». [1].
Το παράδειγμα της γλωσσικής μεταβολής αποτελούσε μια από τις δια βίου επιδράσεις στη σκέψη του Δαρβίνου. Στην «Καταγωγή των ειδών» υποστήριζε ότι η δυνατότητά μας να κατατάσσουμε τις γλώσσες γενεαλογικά, παρά το γεγονός ότι έχουν μεταβληθεί και διαχωριστεί με διαφορετικούς ρυθμούς, δείχνει ότι το ίδιο θα μπορούσε να έχει συμβεί και με τα είδη. [2]. Και στην «Καταγωγή του Ανθρώπου» σημείωνε ότι « Η δημιουργία διαφορετικών γλωσσών και διαφορετικών ειδών καθώς και οι αποδείξεις ότι και οι δύο έχουν αναπτυχθεί μέσω μιας σταδιακής διαδικασίας, περιέργως είναι παράλληλες» [3]Τα εργαλεία της εξελικτικής ανάλυσης επιτρέπουν τώρα τόσο στους βιολόγους όσο και στους γλωσσολόγους να διερευνήσουν αν αυτές οι παράλληλες πορείες θα μπορούσαν πράγματι να τέμνονται ή να αποτελούν λωρίδες της ίδιας οδικής αρτηρίας. Προσδίδοντας στη μελέτη των γλωσσικών μεταβολών ένα ποσοτικό πλεονέκτημα, αυτή η προσέγγιση έχει αποκαλύψει εντυπωσιακές ομοιότητες ανάμεσα στη δυναμική της βιολογικής εξέλιξης και στη μεταβολή της γλώσσας. Ο εξελικτικός βιολόγος Mark Pagel του Πανεπιστημίου του Reading, του Η.Β. λέει «Οι γλώσσες μοιάζουν εξαιρετικά με τα γονιδιώματα» και προσθέτει: «Σκεφτόμαστε ότι θα μπορούσαν να υπάρχουν πολύ γενικοί νόμοι στην εξέλιξη των γλωσσών έναντι αυτών που διέπουν τη γενετική εξέλιξη»
Το ποια μορφή μπορεί να πάρει αυτός ο νόμος είναι ένα ανοικτό θέμα. Ένα συγκεκριμένο μυστήριο είναι πώς οι κανονικές μεταβολές που έγιναν αντιληπτές κατά τη διάρκεια αιώνων και χιλιετιών σχετίζονται με τις μυριάδες των διαδικασιών που επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι μαθαίνουν και χρησιμοποιούν τη γλώσσα. Οι εξελικτικές ιδέες έχουν κάνει αισθητή την παρουσία τους εδώ, αν και η σχετική συνεισφορά της βιολογικής και πολιτισμικής εξέλιξης, αλλά και του πώς μπορούν να αλληλοεπηρεάζονται, αμφισβητείται. Είναι όμως πιθανό κάποιος να ισχυριστεί ότι μια κατανόηση του τρόπου με τον οποίο μεταβάλλεται η γλώσσα, θα μπορούσε να αποτελέσει μέρος μιας γενικής θεωρίας που θα συμπεριλαμβάνει τόσο τη βιολογική, όσο και τη γλωσσική εξέλιξη. «Αν υπάρχει ένα μοντέλο για την πολιτισμική εξέλιξη τότε πιθανότατα οι άνθρωποι που εργάζονται πάνω στη γλώσσα, θα το προσεγγίσουν, λόγω του ότι υπάρχουν πάρα πολλά δεδομένα» λέει ο ψυχολόγος Alex Mesoudi του Πανεπιστημίου το Cambridge.
Ομαλή, ωστόσο σπασμωδική
Ένας παραλληλισμός ανάμεσα στα έμβια όντα και τις γλώσσες, είναι ότι τα πλέον σημαντικά στοιχεία τους, παρουσιάζουν και τη μικρότερη διαφοροποίηση. Στη βιολογία αυτό σημαίνει ότι γονίδια όπως αυτά που συμμετέχουν στο μηχανισμό της πρωτεΐνοσύνθεσης, αλλάζουν τόσο πολύ αργά ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν στη διερεύνηση των σχέσεων ομάδων που παρεξέκλιναν εκατοντάδες ή και χιλιάδες χρόνια πριν. Παρομοίως οι πλέον χρησιμοποιούμενες λέξεις, όπως οι αριθμοί και οι αντωνυμίες, αλλάζουν πάρα πολύ βραδέως. Κοιτάζοντας 200 από τις πλέον κοινόχρηστες λέξεις 87 Ινδοευρωπαϊκών γλωσσών η ομάδα του Pagel βρήκε ότι η συχνότητα με την οποία χρησιμοποιούνται στην καθημερινή κουβέντα, ερμηνεύει το 50% της ποικιλότητας στο τάχος με το οποίο μεταβάλλονται οι λέξεις. [4]. Αντίστοιχα ο Erez Lieberman, ένας θεωρητικός της εξέλιξης στο πανεπιστήμιου του Harvard και οι συνεργάτες του βρήκαν ότι κατά τη διάρκεια της προηγούμενης χιλιετίας τα ρήματα της Αγγλικής γλώσσας σταθεροποιήθηκαν σε ρυθμό αντιστρόφως ανάλογο της συχνότητας χρήσης τους. [5]. Η επίδραση της συχνότητας χρήσης υποδηλώνει ότι μερικά τάχη στις αντικαταστάσεις λέξεων είναι συγκρίσιμα με τα εξελικτικά τάχη μερικών γονιδίων λέει ο Pagel, ο οποίος πιστεύει ότι αυτές οι λέξεις μπορούν να επιτρέψουν στους ερευνητές να συντάξουν γενεαλογικά δένδρα που δείχνουν τις σχέσεις μεταξύ γλωσσών, ως 20 χιλιάδες χρόνια πριν, εν σχέσει με τα 8.000 χρόνια που πιστεύουν οι περισσότεροι γλωσσολόγοι ότι είναι δυνατόν.
Οι γλωσσολόγοι από παλιά πίστευαν ότι υπήρχε ένας σύνδεσμος μεταξύ της συχνότητας της χρήσης και το τάχος της μεταβολής. «Σε καμιά περίπτωση το εύρημα δεν μας εξέπληξε» λέει ο Tecumseh Fitch, ένας επιστήμονας της γνωστικής ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του St Andrews στη Σκοτία. «Καθιστώντας όμως την υπόθεση κατηγορηματική και ελέγξιμη, κάναμε ένα μεγάλο βήμα μπροστά» και η ευρωστία του προτύπου είναι εντυπωσιακή καθώς: «Μπορείς να έχεις απίστευτη κανονικότητα και διαδικασίες που έχουν την ισχύ νόμων, με ένα πολύ απλό μοντέλο» σχολιάζει ο ψυχολόγος Russell Gray του Πανεπιστημίου του Auckland στη Νέα Ζηλανδία, ο οποίος έχει δανειστεί τις μεθόδους της μοριακής φυλογενετικής, προκειμένου να ερευνήσει τον τρόπο με τον οποίο οι γλώσσες σχετίζονται, που προσθέτει ότι το πρότυπο: «Αποδεικνύει την ύπαρξη μιας σταθερότητας και κανονικότητας στον τρόπο με τον οποίο οι λειτουργικές διαδικασίες επηρεάζουν το τάχος της μεταβολής στα λεξικά μας».
Δεν είναι όμως όλα όσα αφορούν στη μεταβολή των γλωσσών αποτέλεσμα κανονικοτήτων. Νωρίτερα φέτος ο Pagel και οι συνεργάτες του, αποκάλυψαν μια ακόμη παραλληλία μεταξύ της γλωσσολογικής και βιολογικής μεταβολής. Βρήκαν ότι οι γλώσσες μεταβάλλονται βραδέως για μεγάλα χρονικά διαστήματα και στη συνέχεια υφίστανται μια έκρηξη μεταβολών [6]—αυτό δηλαδή που οι βιολόγοι αποκαλούν εστιγμένη ισορροπία (punctuated equilibrium). Αυτές οι εκρήξεις φαίνεται ότι συμπίπτουν με τις περιόδους της γλωσσολογικής ειδογένεσης, στις οποίες οι πληθυσμοί χωρίζονται και οι γλώσσες τους διαφοροποιούνται. Μελετώντας τα δένδρα των Ινδοευρωπαϊκών, των Αυστρονησιακών και των Bantu γλωσσών, οι ερευνητές βρήκαν ότι εκείνες οι γλώσσες που έχουν υποστεί τους περισσότερους διαχωρισμούς, είναι και αυτές που έχουν αλλάξει περισσότερο, έχοντας υποστεί μάλιστα περισσότερο από το ένα τρίτο των μεταβολών τους, σε περιόδους που σχετίζονται με τα σημεία διαχωρισμού. Ο Pagel προτείνει ότι η γλώσσα μεταβάλλεται όταν οι πληθυσμοί που τη μιλούν διαχωρίζονται, διότι οι επιμέρους ομάδες, συνειδητά ή ασυνείδητα, χρησιμοποιούν τον τρόπο με τον οποίο μιλούν, προκειμένου να αυτοπροσδιορίζονται και να διακρίνουν τα μέλη της ομάδας από τους εξωγενείς-όπως στην Παλαιά Διαθήκης οι άνδρες της Γαλαάδ εντόπισαν τους Ευφραιμίτες εχθρούς τους, από την αδυναμία των τελευταίων να προφέρουν την εβραϊκή λέξη shibboleth (κόκκος σταχυού), που αποτελεί πλέον ένα γενικά αποδεκτό όρο στη γλωσσολογία για τους λεκτικούς κωδικούς πρόσβασης.