Εξ όσων ηυτύχησα ή εδυστύχησα να γνωρίσω είµαι, πιστεύω, ο µόνος άνθρωπος όστις, αν τον
ωνόµαζον ζώον, δεν θα εθεώρει τούτο ως προσβολήν. Όσον συναναστρέφοµαι τα ζώα,
τόσον µάλλον πείθοµαι, ότι δεν υπάρχει µμεταξύ αυτών και των ανθρώπων καµµία
διαφορά, ως ηθέλησαν παραδοξολόγοι τινές να ισχυρισθώσιν, αλλά µόνον ότι τα πράγµατα,
κατά τα οποία διαφέροµεν από τα ζώα, δεν αποδεικνύουν όλα την ανθρωπίνην υπεροχήν.
Το κυρίως διακρίνον αυτά από ηµάς είναι ότι παρέλαβον από τους ανθρώπους όσα έχουσιν
ούτοι καλά, και απέφυγαν να µιµηθώσι τα
άχρηστα, τα επιβλαβή και τα γελοία. Ουδέποτε έγεινε λόγος μεταξύ αυτών περί επισκέψεων του
νέου έτους, ούτε περί καπνίσματος, ούτε περί φόρου επί του καπνού ή οιουδήποτε άλλου·
δεν χαρτοπαικτούσι, δεν πίνουσι παρά νερόν ή γάλα όταν είναι µικρά· δεν συντηρούν
στρατούς, αγνοούν τι θα ειπή πατρίς και ιδιοκτησία, και εκ τούτου ούτε δίκας εγείρουσιν
ούτε κινούσι πολέµους, αλλά µόνον µονοµαχίας περί πραγμάτων τα οποία ενδιαφέρουσιν αυτά
αµέσως και προσωπικώς, περί της νοµής λ.χ. πολυχλόου τινός λειµώνος ή της ευνοίας ωραίας
τινός οµοφύλου των, γάτας, σκύλας, λεαίνης, φοράδας ή ελαφίνας.
Και αυτούς τους οικογενειακούς δεσµούς περιώρισαν εις µόνους τους αναγκαίους και τους
µη οχληρούς. Έχουσι µεν πατέρα και µητέρα, ούτε θείους όµως ούτε εξαδέλφους ούτε
εγγόνους, και το κυριώτερον ούτε πενθερούς ούτε πενθεράς. Ζώντα κατά το ευαγγελικόν
παράγγελµα µε ό, τι στείλη εις αυτά η πρόνοια του Θεού, δεν υπόκεινται εις την υποχρέωσιν
να συντάξωσι διαθήκην και αγνοούσιν ότι υπάρχουσιν εις τον κόσµον συμβολαιογράφοι,
όπως και δήµιοι, δικαστήρια, ιατροί, ειρκταί, στρατώνες, νοσοκοµεία, πτωχοκοµεία και
οικονομικά µαγειρεία. Ταύτα λέγων ουδόλως εννοώ ν' αμφισβητήσω των πραγμάτων
τούτων την χρησιμότητα και την ανάγκην, αλλά να είπω ότι δύσκολον είναι να
µακαρίσωµεν τον άνθρωπον δι' όσα κατέστησεν αναγκαία η κακή ποιότης του
σώµατος και της ψυχής του, ή να θεωρήσωµεν ως µικρόν πλεονέκτηµα των ζώων το να
δύνανται να τρώγουν χωρίς µαγείρους, να ενδύωνται χωρίς ράπτας, να νυµφεύωνται
χωρίς παπάν, να γεννώνται άνευ της βοηθείας µαµµής και ν' αποθνήσκουν άνευ της
συµπράξεως του ιατρού ή του δηµίου.
Εµµανουήλ Ροΐδης