Ο
Ματ δεν είχε ποτέ δικό του θέμα, αλλά με αφορμή την απόκτησή του γράφτηκα στο φόρουμ και άνοιξα το πρώτο μου θέμα, αυτό εδώ. Του αξίζει λοιπόν ένα αποχαιρετιστήριο κείμενο για το τελευταίο του ταξίδι :
Μετά το θάνατο του προηγούμενου σκύλου μας του Μπρούνο, για χρόνια δεν μπορούσα να σκεφθώ ότι θα πάρουμε άλλον. Η κόρη μας όμως είχε άλλη γνώμη. Απ’ όταν μπήκε στο γυμνάσιο μας έπρηζε καθημερινά ότι θέλει να πάρει σκύλο. Προσπάθησα – χρησιμοποιώντας όλα τα θεμιτά και αθέμιτα μέσα – να την αποτρέψω. Κανείς όμως δεν μπορεί να αντισταθεί επί μακρόν στη θέληση μιας γυναίκας, ειδικά αν είναι κόρη του.
Το πρώτο χρόνο αρνούμουν σθεναρά, το δεύτερο προέβαλλα τις λογικές και συναισθηματικές αντιρρήσεις και επιχειρήματα. Τον τρίτο αποδέχτηκα την ήττα και δέχτηκα να το συζητήσουμε. Ήθελε γουέστι και μας το επέβαλλε. Στη φυλή δεν έφερα σοβαρή αντίδραση γιατί ήταν και η αγαπημένη της γυναίκας μου – άρεσε και σε μένα, αν και δεν το παραδέχτηκα ποτέ. Εκεί που δεν το συζήτησα κάν, ήταν η πηγή της αγοράς του. Η κόρη ήθελε να το πάρει από το πετ σοπ της γειτονιάς, στη βιτρίνα του οποίου ξημεροβραδιαζόταν χαζεύοντα τα κουταβάκια στα γυάλινα κουτιά τους. Τότε ακόμη επιτρέπονταν να εκτίθενται ζωντανά ζώα, δυστυχώς. Επέβαλλα (η μόνη νίκη μου) να το πάρουμε από ένα καλό εκτροφέα.
Αφού η κόρη διάβασε κι έμαθε κάθε τι σχετικό με τη φυλή, τις απαιτήσεις της, την εκτροφή, τις εκθέσεις κ.λ.π. και γιατί πρέπει να το πάρουμε από εκτροφέα κι όχι από πετ σοπ/πάπυ μιλ, αρχίσαμε να πηγαίνουμε σε εκθέσεις και να μιλάμε με έλληνες εκτροφείς. Η επαφή μου μαζί τους ήταν απλά απογοητευτική. Στραφήκαμε σε ευρωπαϊκά εκτροφεία, ήρθαμε μέσω emails και τηλεφώνων σε επαφή με αρκετά από αυτά, μελετήσαμε pedigrees, είδαμε γονείς. Καταλήξαμε σε μία short list τριών από αυτά (Ισπανία, Αγγλία, Αυστρία) και τελικά συμφωνήσαμε με το ισπανικό. Ο εκτροφέας ήταν πολύ συνεργάσιμος, επικοινωνήσαμε πάρα πολλές φορές μαζί του κι αφού η κόρη είχε καταλήξει ο σκύλος ΤΗΣ να είναι show quality γιατί εν τω μεταξύ είχε κολλήσει και το μικρόβιο των εκθέσεων (σπυριά εγώ, αλλά είπαμε….) περιμέναμε για πάνω από ένα χρόνο μέχρι την κατάλληλη γέννα.
Δεν χρειάζεται να περιγράψω τη χαρά της κόρης όταν λάβαμε την ενημέρωση ότι η πολυπόθητη γέννα ήρθε. Ο καημένος εκτροφέας μας έστελνε τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα φωτογραφίες των κουταβιών, μας πρότεινε δύο αρσενικά και η κόρη σχετικά γρήγορα επέλεξε το ένα εξ αυτών, τον Ματ. Σε ηλικία τεσσάρων μηνών τον αποκτήσαμε.
Ο Ματ διέθετε ένα εντυπωσιακότατο γενεαλογικό χάρτη. Στους άμεσους προγόνους του είχε παγκόσμιους, πανευρωπαϊκούς και εθνικούς πρωταθλητές, όπως και νικητές στην Κραφτ. Αλλά αυτό το άσπρο, χνουδωτό κουταβάκι που έμοιαζε εντυπωσιακά με πολικό αρκουδάκι, μας κέρδισε με τον χαρακτήρα του. Δεν επηρεάστηκε καθόλου από το αεροπορικό ταξίδι κι από την πρώτη στιγμή στο σπίτι μας συμπεριφέρθηκε σαν να γεννήθηκε σε αυτό. Δεν γαύγισε, δεν έκλαψε, δεν γκρίνιαξε καθόλου. Ούτε όταν κοιμήθηκε στο crate του την πρώτη νύχτα. Εξερεύνησε τα πάντα, λέρωσε στο χώμα του κήπου, έφαγε την τροφή του – άψογος σε όλα από την πρώτη στιγμή.
Μεγάλωσε με άπειρη αγάπη και φροντίδα. Έκανε το χατίρι της κόρης και πήρε υπομονετικά μέρος σε ελληνικές εκθέσεις με μεγάλη υπομονή κι επιτυχία. Στο σπίτι εξελίχθηκε σε alarm dog και δεν άφηνε ήχο αναπάντητο… Όταν ωρίμασε έγινε πολύ ανεξάρτητος, σχεδόν όσο μια γάτα. Ερχόταν όποτε αυτός ήθελε για χάδια και παιχνίδι κι όποτε δεν ήθελε σχεδόν απομονώνονταν για ώρες, ξεροκέφαλος κι απαιτητικός, γνήσιο τερριέ. Ζημιές δεν έκανε καθόλου, εκτός από κάτι καλώδια του στερεοφωνικού. Πανέξυπνος και πολύ εκπαιδεύσιμος, έμαθε άπειρα κόλπα, εντολές και τρικ. Πολύ φιλικός με όλους, έκανε άπειρες χαρές σε όσους φίλους μας θεωρούσε φίλους του. Στους λίγους άλλους, πήγαινε και τους χαιρετούσε, εισέπραττε ένα χάδι κι αποχωρούσε.
Συνόδευσε την κόρη μου στις σπουδές της στην Ευρώπη. Έμεινε για μεγάλα διαστήματα Γερμανία, Βέλγιο, Ελβετία. Προσαρμόστηκε παντού με μοναδική άνεση κι ευκολία. Όταν ερχόταν σπίτι μας, ήταν σαν να μην είχε λείψει καθόλου, ούτε μία ημέρα. Εκπληκτικός σκύλος.
Υπέστη δύο σοκ στη ζωή του, τα οποία δεν ξεπέρασε ποτέ. Το πρώτο ήταν όταν γερμανικός ποιμενικός ελεύθερος στο πάρκο επιτέθηκε στον Ματ και στην κόρη μου. Δάγκωσε και τους δύο, τον Ματ περισσότερο που τον είχε πάρει η κόρη μου αγκαλιά για να τον γλυτώσει. Έκανε χειρουργείο, σώθηκε, αλλά από τότε και μετά ανέπτυξε φοβία για τα μεγαλύτερα σκυλιά κι επιθετικότητα στα μικρότερα. Αυτή η επιθετικότητα εξαντλούνταν σε γαυγίσματα και γρυλλίσματα, αλλά πριν δεν υπήρχε ούτε η φοβία ούτε η επιθετικότητα.
Το δεύτερο σοκ το υπέστη όταν ήρθε στο σπίτι ο δεύτερος σκύλος μας, ο Γκούναρ, κουτάβι τριών μηνών. Δεν τον δέχτηκε ποτέ. Συνεχώς και καθημερινά του έκανε μπούλινγκ, επιβεβαιώνοντας την ανώτερη θέση του στην αγέλη. Όλες τις άλλες ώρες τον απέφευγε και έκανε σαν να μην υπάρχει άλλος σκύλος στο σπίτι. Ο Γκούναρ, άλλος εξαιρετικός σκύλος, δεν αντέδρασε ποτέ, αυτά τα έβλεπε όλα σαν παιχνίδια κι είχε τον Ματ σαν μπαμπά του. Μέχρι το τέλος. Τον έψαχνε για να παίξουν κι ο μικρός ξεροκέφαλος τον αγνοούσε επιδεικτικά. Ξάπλωνε δίπλα του κι ο Ματ έφευγε και πήγαινε αλλού. Κι αυτό επαναλαμβανόταν συνεχώς.
Ο Ματ αντιμετώπισε πολλά προβλήματα υγείας. Από πέντε ετών άρχισε διάρροιες και εμετούς. Πήγε σε πολλούς κτηνιάτρους, Ελλάδα κι εξωτερικό. Αυτά τα εντερικά και στομαχικά προβλήματα συνεχίστηκαν με υφέσεις και εντάσεις όλα τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του. Καμία θεραπεία δεν λειτούργησε και δοκιμάσαμε τα πάντα. Σεπτέμβριο του 2019 άρχισε η τελευταία μεγάλη περίοδος έντασης των συμπτωμάτων. Διάρροια, ακράτεια, εμετοί σε καθημερινή βάση. Κάθε εβδομάδα τον πηγαίναμε για τρεις μέρες στη σειρά στον κτηνίατρο για ορό (για την αφυδάτωση) και ενέσεις.
Αρχές Ιανουαρίου 2020 μετά από μία κρίση στο κτηνιατρείο, ο κτηνίατρος που είναι φανατικά κατά της ευθανασίας, μας σύστησε να τον κοιμίσουμε. Είχε φτάσει 3 κιλά και κάτι από 9. Δεν το συζητήσαμε καν. Στο σπίτι δεν μπορούσε να περπατήσει, να φάει, να πιεί νερό. Δοκιμάσαμε κάθε πιθανή κι απίθανη τροφή. Τίποτε. Κατέρρεε. Έχανε κι άλλο βάρος κι άρχισε επιληπτικές κρίσεις.
Μετά από 10 ημέρες περίπου αποφασίσαμε να τον κοιμίσουμε. Τον πήγα εγώ με το γιό μου, αλλά τελευταία στιγμή δεν άφησα τον γιατρό να του κάνει τις ενέσεις. Δεν μπόρεσα.
Το πρωί της 17ης Ιανουαρίου 2020 έφυγε από κοντά μας. 14 μήνες μετά, το σπίτι είναι άδειο χωρίς αυτόν και τα γαυγίσματά του, τις γκρίνιες και τις απαιτήσεις του. Την αγάπη και την αφοσίωση που μας έδειχνε. Την προσωπικότητά του που ήταν πολύ μεγαλύτερη από το μικρό του μέγεθος. Ο Γκούναρ, που έκλαιγε για μήνες αναζητώντας τον στα δωμάτια, εξακολουθεί μόλις βλέπει γουέστι στο δρόμο να ηλεκτρίζεται και να θέλει να πάει κοντά του.
14 μήνες μετά, μπορούμε (
να τον αποχαιρετήσουμε …..
Καλό ταξίδι μικρέ αδελφέ, θα ζεις για πάντα στις καρδιές και στη μνήμη μας, αναπόσπαστο μέρος και μέλος της ζωής και της ιστορίας μας.