Που επιτέλους τελείωσε. Μαζευτήκαμε στην φωλιά μας όλοι τρέχοντας και κυρίως εγώ. Λοιπόν:
1. Η Δάφνη έχωσε τα μούτρα της σε μια τουφίτσα ξερόχορτα στην βάση ενός δέντρου, όσο περιμέναμε το αρκούδι μας να το "λιπάνει" - τα μαζέψαμε μετά, εννοείται. Σε δευτερόλεπτα αρχίζει εντονότατο και συνεχόμενο φτάρνισμα που κράτησε περίπου ένα δεκάλεπτο. Μέχρι που μάτωσε το ένα της ρουθούνι και με το φτάρνισμα έφευγαν σταγόνες αίματος. Υπέθεσα ότι κάτι της χώθηκε στην μυτόγκα με το ρουθούνιασμα και προσπαθούσε να το βγάλει. Με ανησύχησε κάπως το αιματάκι αλλά κράτησα την ψυχραιμία μου. Με τα πολλά της πέρασε.
2. Κάνουμε πέντε βήματα να συνεχίσουμε την βόλτα μας και μόλις γυρνάω την πλάτη, περνάει βολίδα πίσω μας, μικροσκοπικό αυτοκίνητο με τρεις μαντράχαλους, που ποιός ξέρει σε τι κατάσταση ήταν, πριν πάρει στροφή σε τρία συνεχόμενα σημεία που απαγορευόταν, κοπάνησε ένα άλλο αυτοκίνητο παρκαρισμένο. Δυστυχώς αν και προσπάθησα, δεν κατάφερα να συγκρατήσω την πινακίδα του.
3. Και το κερασάκι στην τούρτα... Συνεχίζουμε το περπάτημα και μέσα στην μέση ενός ψιλοσκοτεινού δρόμου, πέφτει το μάτι μου, στην πρώτη "τερεζούλα" για φέτος. Μου σηκώθηκε ακόμη και το πετσί. Θηρίο και κόκκινη... Ξέρετε... Εχω τεράστιο φόβο... κάνω όμως την αδιάφορη. Και στον Θεό που πιστεύετε, αρχίζει η ρουφιάνα πανικόβλητη να ψιχαλοτρέχει ανάμεσα στα πόδια του Σωτήρη, που εννοείται δεν έχει πάρει πρέφα. Μέχρι που κάποια στιγμή, το ευλογημένο το μαλλιαρό κοντοστέκεται και η αναθεματισμένη σκαρφαλώνει πάνω του. Τι τσιμπούρια και πράσινα άλογα μου λέτε; Μπαινόβγαινε μέσα στην γούνα και μπουρδουκλωνόταν. Βγάζω το μάτσο τις εφημερίδες που είχα μαζί και αρχίζω να του κάνω "αέρα" ενώ από μέσα μου τσίριζα. Αυτό το χαμένο να νομίζει ότι του κάνω παιχνίδια και δώστου να με κοιτάει με λαχτάρα, με την γλώσσα έξω και την ουρά πέρα-δώθε. Να σηκώνεται όρθιος και να πέφτει πάνω μου για να παίξουμε. Και από δίπλα και η Δάφνη που τότε της ήρθε να τον καβαλήσει και να τα κρατάω και τα δύο και να αερίζω και τις εφημερίδες. Ενας εφιάλτης... Ανετα πέρναγα για τρελλή σε όποιον με έβλεπε. Με τα πολλά, η "τερεζούλα" ξεκουμπίστηκε μόνη της, μόλις ξεμπλέχτηκε. Ευτυχώς δεν πέταξε γιατί ούτε να το σκέφτομαι δεν θέλω ποιός θα μας άκουγε.
Γυρίσαμε πίσω μαλλιοκούβαρα. Πήρα το υπογλώσσιό μου και πάω για ύπνο.
1. Η Δάφνη έχωσε τα μούτρα της σε μια τουφίτσα ξερόχορτα στην βάση ενός δέντρου, όσο περιμέναμε το αρκούδι μας να το "λιπάνει" - τα μαζέψαμε μετά, εννοείται. Σε δευτερόλεπτα αρχίζει εντονότατο και συνεχόμενο φτάρνισμα που κράτησε περίπου ένα δεκάλεπτο. Μέχρι που μάτωσε το ένα της ρουθούνι και με το φτάρνισμα έφευγαν σταγόνες αίματος. Υπέθεσα ότι κάτι της χώθηκε στην μυτόγκα με το ρουθούνιασμα και προσπαθούσε να το βγάλει. Με ανησύχησε κάπως το αιματάκι αλλά κράτησα την ψυχραιμία μου. Με τα πολλά της πέρασε.
2. Κάνουμε πέντε βήματα να συνεχίσουμε την βόλτα μας και μόλις γυρνάω την πλάτη, περνάει βολίδα πίσω μας, μικροσκοπικό αυτοκίνητο με τρεις μαντράχαλους, που ποιός ξέρει σε τι κατάσταση ήταν, πριν πάρει στροφή σε τρία συνεχόμενα σημεία που απαγορευόταν, κοπάνησε ένα άλλο αυτοκίνητο παρκαρισμένο. Δυστυχώς αν και προσπάθησα, δεν κατάφερα να συγκρατήσω την πινακίδα του.
3. Και το κερασάκι στην τούρτα... Συνεχίζουμε το περπάτημα και μέσα στην μέση ενός ψιλοσκοτεινού δρόμου, πέφτει το μάτι μου, στην πρώτη "τερεζούλα" για φέτος. Μου σηκώθηκε ακόμη και το πετσί. Θηρίο και κόκκινη... Ξέρετε... Εχω τεράστιο φόβο... κάνω όμως την αδιάφορη. Και στον Θεό που πιστεύετε, αρχίζει η ρουφιάνα πανικόβλητη να ψιχαλοτρέχει ανάμεσα στα πόδια του Σωτήρη, που εννοείται δεν έχει πάρει πρέφα. Μέχρι που κάποια στιγμή, το ευλογημένο το μαλλιαρό κοντοστέκεται και η αναθεματισμένη σκαρφαλώνει πάνω του. Τι τσιμπούρια και πράσινα άλογα μου λέτε; Μπαινόβγαινε μέσα στην γούνα και μπουρδουκλωνόταν. Βγάζω το μάτσο τις εφημερίδες που είχα μαζί και αρχίζω να του κάνω "αέρα" ενώ από μέσα μου τσίριζα. Αυτό το χαμένο να νομίζει ότι του κάνω παιχνίδια και δώστου να με κοιτάει με λαχτάρα, με την γλώσσα έξω και την ουρά πέρα-δώθε. Να σηκώνεται όρθιος και να πέφτει πάνω μου για να παίξουμε. Και από δίπλα και η Δάφνη που τότε της ήρθε να τον καβαλήσει και να τα κρατάω και τα δύο και να αερίζω και τις εφημερίδες. Ενας εφιάλτης... Ανετα πέρναγα για τρελλή σε όποιον με έβλεπε. Με τα πολλά, η "τερεζούλα" ξεκουμπίστηκε μόνη της, μόλις ξεμπλέχτηκε. Ευτυχώς δεν πέταξε γιατί ούτε να το σκέφτομαι δεν θέλω ποιός θα μας άκουγε.
Γυρίσαμε πίσω μαλλιοκούβαρα. Πήρα το υπογλώσσιό μου και πάω για ύπνο.