Ο σκύλος είναι ένα ζώο που βάσει ενστίκτου είναι «άγριο», έχει δηλαδή χαρακτηριστικά επιθετικότητας τα όποια είναι (ή ήταν) απαραίτητα για την επιβίωση του.
Η επιθετικότητα χρειαζόταν στο σκύλο για να κυνηγήσει, για να υπερασπιστεί τον εαυτό του και την περιοχή του από άλλα ζώα, για να υπερασπιστεί την λεία του ή ακόμα και για να υπερασπιστεί την οικογένεια του.
Η επιλεκτική εκτροφή, μέσα στα χρόνια, προσπάθησε να ελαχιστοποιήσει ή και να κατευθύνει αυτά τα ποσοστά επιθετικότητας που φυσιολογικά «κουβαλά» ο σκύλος. Σίγουρα όμως είναι ένα χαρακτηριστικό (η επιθετικότητα) που δεν μπορούμε να το «παραμερίσουμε» εντελώς και να το αφαιρέσουμε από την «φύση» του ζώου (μάλλον δε θα έπρεπε κιόλας).
Οι σκύλοι είναι ζώα που «εν δυνάμει» μπορούν να προκαλέσουν «ζημιά» με το δάγκωμα τους ή γενικότερα με μια επίθεση τους. Κάτι που ήταν ή είναι απαραίτητο για την επιβίωση και διατήρηση του είδους τους. Αυτό βέβαια δεν πρέπει να φέρνει εμάς, τους ιδιοκτήτες και λάτρεις των σκύλων, σε εντελώς μειονεκτική θέση ή και σε αδυναμία ελέγχου ενός σκύλου.
Υπάρχουν πολλοί και ποικίλοι τρόποι που μπορούν να μας βοηθήσουν να αποφύγουμε τις επιθετικές εξάρσεις ενός σκύλου ή ακόμα να τις αναγνωρίσουμε, να τις διαχειριστούμε και να τις ελέγξουμε.
Δύο από τους «βασικότερους τύπους» επιθετικότητας είναι αυτοί της επιθετικότητας σε «ξένους» ή αγνώστους (1) και της επιθετικότητας προς τα μέλη της οικογένειας ή τους οικείους (2).
Ένας σκύλος που είναι ή θα είναι επιθετικός σε νέα και άγνωστα πρόσωπα ή ζώα και καταστάσεις, είναι αυτός που είναι πάντα στρεσαρισμένος και σε εγρήγορση όταν βρίσκετε σε «άγνωστα νερά». Είναι αυτός που δεν μπορεί να σταθεί σε «μια μεριά», που είναι έτοιμος να πηδήξει σε κάθε ήχο ή κάθε νέο ερέθισμα. Είναι ο σκύλος που βλέπει μια πιθανή απειλή σε κάθε τι καινούργιο.
Η λύση και το «κλειδί» σε όλα αυτά λέγεται «κοινωνικοποίηση». Δηλαδή εισαγωγή από μικρή ηλικία, σε όσο δυνατόν περισσότερα νέα ερεθίσματα, με όσο το δυνατόν πιο ήπιο, ελεγχόμενο και σταδιακό τρόπο.
Ο σκύλος ή καλύτερα, το κουτάβι θα πρέπει να εισάγεται εξ’αρχής στα ερεθίσματα της κοινωνίας και του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο θα καλεστεί να ζήσει και να λειτουργήσει.
Τα ερεθίσματα μπορεί να είναι ήχοι, εικόνες, άνθρωποι, ζώα ή ακόμα και ολόκληρα «σενάρια» καταστάσεων με τα οποία ο σκύλος πρέπει να νιώθει άνετα και να έχει αυτοπεποίθηση.
Αυτά μπορεί να γίνουν και μέσα από «μαθήματα εκπαίδευσης» με την βοήθεια επαγγελματιών, αλλά σίγουρα δε θα πρέπει να περιορίζονται εκεί. Θα πρέπει με τον σκύλο μας να ζούμε μαζί και να του «δείχνουμε» πως είναι ασφαλής μαζί μας απέναντι σε οτιδήποτε.
Σημαντικό βέβαια είναι όλα αυτά να γίνουν σταδιακά και όχι όλα μαζί και βιαστικά διότι μπορεί να έχουμε αποτέλεσμα αντίθετο από το επιθυμητό.
Η επιθετικότητα προς τα οικεία πρόσωπα τώρα, έχει άλλες «πηγές». Μιλάμε για μια προσπάθεια του σκύλου να υπερασπιστεί τα «κεκτημένα» του, τις «πηγές» (resources) του απέναντι σε ένα πιθανό «κίνδυνο» (εσάς ή μέλη της οικογενείας σας).
Αυτή η συμπεριφορά είναι γνωστή και ως resource guarding κάτι πολύ συνηθισμένο και «φυσιολογικό» για τα σκυλιά.
Σημάδια αυτής της συμπεριφοράς είναι το γρύλισμα όταν περπατάτε κοντά σε παιχνίδια του ή το φαγητό του, έντονο ή «καχύποπτο» κοίταγμα, κλπ.
Ο λόγος που μπορεί να έχουμε εμφάνιση ή υπερβολή αυτής της συμπεριφοράς είναι γιατί ο σκύλος μας έχει πάρει εσφαλμένη εικόνα της «αγέλης» του.
Σαν αγελαίο ζώο που είναι ο σκύλος, έχει μάθει και είναι «προγραμματισμένος» να λειτουργεί κάτω από ξεκάθαρες και συγκεκριμένες παραμέτρους. Δεν υπάρχουν «γκρίζες ζώνες».
Ο σκύλος «διαβάζει» και επικοινωνεί, με βάση τους παραπάνω γενικούς κανόνες, με την «γλώσσα του σώματος» κυρίως. Πολλές φορές τα μηνύματα που εμείς περνάμε μέσα από αυτή την μορφή επικοινωνίας είναι εκ διαμέτρου αντίθετα από αυτά που θέλουμε ή πρέπει να περάσουμε.
Δε θα πρέπει να παρεξηγήσουμε τα παραπάνω με χρήση «βίας» ή «σκληρής επιβολής»… είναι κυρίως μια μορφή επικοινωνίας «ξεχασμένη» από εμάς, τους ανθρώπους αλλά πολύ χρήσιμη ακόμα και για τις δικές μας διαπροσωπικές σχέσεις μια που είναι και πιο «ειλικρινής».
Ακόμα και σε αυτό το επίπεδο, θα πρέπει να «δουλεύουμε» με τον σκύλο μας από νωρίς, από την «νηπιακή» ηλικία και θα πρέπει να προσέχουμε και τον ίδιο. Δηλαδή, πως εκείνος προσπαθεί να επικοινωνήσει τα όποια μηνύματα του και πως καταφέρνει να παίρνει αυτό που ζητά από εμάς ή άλλους.
Σημαντική βοήθεια σε αυτές τις περιπτώσεις είναι και η εκπαίδευση βασικής υπακοής, αλλά και το παιχνίδι με την μορφή του «είναι αποδοτικό και συμφέρον να κάνεις αυτό που θέλω».
Πρέπει, επίσης, από πολύ μικρή ηλικία να επιδιώκουμε την σωματική επαφή με το σκύλο μας. Το χάδι, την αγκαλιά, το «χτύπημα» στο κεφάλι. Ακόμα και το «σκληρό» (physical) παιχνίδι, μέσα από το οποίο θα «ψυχολογήσουμε» αλλά και θα εκπαιδεύσουμε το σκύλο μας.
Σενάρια κτηνιατρικής εξέτασης ή μιας εξέτασης από κριτή σε έκθεση μορφολογίας θα πρέπει να γίνονται και να «προβάρονται» από μικρή ηλικία και πριν να είναι απαραίτητα και αναπόφευκτα. Όλα αυτά θα πρέπει να έχουν «ευτυχή» και ευχάριστη κατάληξη για τον σκύλο μας (παιχνίδι, λιχουδιά, χάδια, βόλτα, κ.α.).
Όσο μεγαλώνει ο σκύλος σε ηλικία, όσο εδραιώνονται τα προβλήματα και όσο συσσωρεύονται οι κακές εμπειρίες τα πράγματα γίνονται όλο και δυσκολότερα.
Κάποιοι νομίζουν πως αυτό δεν μπορεί να συμβεί ποτέ σε αυτούς σαν ιδιοκτήτες ή ότι η φυλή του σκύλου τους δεν έχει τέτοια θέματα ή ακόμα πως το μέγεθος του σκύλου τους είναι «αμελητέο», αλλά όπως σε πολλά πράγματα έτσι κι εδώ «Better safe then sorry»…