ΠΗΓΗ:
http://markakis.yooblog.gr/2008/07/08/352/
Η Κρήτη -και δεν το λέω επειδή είμαι από ΄δω- είναι μια πολύ ωραία χώρα. (Για την ακρίβεια… δύο, αλλά ας αφήσουμε αυτό το δεύτερο αποσχιστικό επίπεδο στην άκρη προς το παρόν…)
Στην Κρήτη πας συνήθως με καράβι.
Αν κουβαλάς και δύο σκυλιά μαζί σου, πας οπωσδήποτε με καράβι.
Κάποτε, το ταξίδι για την Κρήτη με καράβι ήταν για τα σκυλιά (που ο μεταβολισμός τους είναι έτσι κι αλλιώς επτά φορές πιο γρήγορος απ’ τον δικό μας) ό,τι και η «διαβολοβδομάδα» για τα «βατράχια» του Ναυτικού: αν επιβίωναν απ’ αυτό το 12ωρο, μπορούσαν να ελπίζουν ότι θα επιβιώσουν από κάθε τι στην υπόλοιπη ζωή τους.
Σήμερα, τα πράγματα είναι καλύτερα –όσο καλά μπορεί να είναι τα πράγματα σ’ αυτόν τον άθλιο τόπο για τα ζώα, δηλαδή.
Θέλω να πω: η Ελλάδα (που, ακόμη, περιλαμβάνει και τις δύο Κρήτες…) είναι σκληρή, ανάλγητη, αδιάφορη και κακιά ακόμη και απέναντι στους νέους, υγιείς ανθρώπους της. Πώς να ήταν, δηλαδή, απέναντι στους γέροντες, τους ανήμπορους και τα ζώα; Καλύτερη; Χλωμό.
Έτσι, παρότι σε σχέση με ό,τι συνέβαινε κάποτε, τώρα υπάρχει στα καράβια για Κρήτη ειδικός χώρος με κλουβιά για τα σκυλιά (κρητιστί «στσυλιέρες»), ακόμη κι όταν ο χώρος είναι ανεκτός σε συνθήκες και σχετικώς επαρκής σε έκταση, τα κλουβιά είναι βρόμικα και παραμελημένα. Και, συνήθως, χωρίς κλειδαριές.
Τώρα, όταν το ένα σκυλί είναι μια ζωηρή μεν, αλλά «μόλις» 25 κιλών Μοσχατο-Καναδο-Καλλιθεάτικη ποιμενική (ναι: καλά καταλάβατε, ημί-ημί-ημίαιμη, δηλαδή), το πράγμα βολεύεται μ’ ένα κομμάτι σύρμα και μια πρόχειρη πατέντα.
Όταν η άλλη είναι καθαρόαιμο ροτβάιλερ 45 κιλών, όμως, δεν βολεύεται. Ειδικά όταν μιλάμε για τη θηλυκή «Χουντίνι» των σκυλιών, που μια φορά έχει ξεφύγει ακόμη και από “σαμαράκι” για τους ώμους προκειμένου να βρεθεί εκεί που ήθελε…
Σχωρνάτε, όμως, χωριανοί: όταν ζητάς ένα κομμάτι σκοινί σ’ ένα καράβι και σε αντιμετωπίζουν όλοι, ευγενικά μεν, αλλά σαν να ζητάς ψαρονέφρι σε εστιατόριο στην Τεχεράνη, φταις, μετά, που το ροτβάιλερ, εφόσον αποφασίσει να αποτινάξει δεσμά, αντιμετωπίζει τον σπάγκο που ανέσυρες απ’ τα μπαγκάζια σου σαν κλωστή; Όχι.
Ούτε αυτό φταίει.
Της ήρθε να βγει; Βγήκε.
Κι εκεί, άρχισε το γλέντι.
Ώρα πέντε το πρωί, καταφθάνει κανείς στο χώρο των κάβων, όπου και οι «στσυλιέρες» και το θέαμα είναι το εξής: το κτήνος (το οποίο, btw, εάν δεν την πειράξεις ή δεν πειράξεις τα αφεντικά της, έχει τον γλυκύτερο και πιο ήρεμο χαρακτήρα που μπορεί κανείς να βρει σε σκυλί, πλην όμως, λόγω μεγέθους και μόνο είναι εκφοβιστική) είναι χυμμένο, όλα τα 45 κιλά της, μπροστά στο ανοιχτό κλουβί και κουνάει την κολοβή της με το που μας βλέπει.
Συν-ταλαίπωρος συνταξιδιώτης που κατεβαίνει Κρήτη παρέα με ημίαιμο ντόπερμαν ονόματι «Απόλλων», μας διηγείται τα καθέκαστα: βγαίνει, μας λέει, η Ήρα από το κλουβί κατά τις τέσσερις, οργανώνει τη συναυλία σε γαβ μείζον των φυλακισμένων τετράποδων αδελφών, κάνει τις βόλτες της, παίζει με τον Απόλλωνα και μετά αράζει. Και μετά… έρχονται ναύτες και ναυτόπαιδες να ετοιμάσουν τους κάβους. Και μπαίνουν ένας ένας, μας λέει ο συν-ταλαίπωρος και με το που βλέπουν το κτήνος, τσουπ, γυρίζουν πίσω και στέλνουν τον επόμενο. Εκείνος, που έχει γνωριστεί μαζί της, τους λέει ότι δεν υπάρχει πρόβλημα, αλλά δεν τον πιστεύουν. Τελικά, βρίσκεται θαρραλέος ο οποίος μπαίνει στον χώρο χωρίς να φοβηθεί την Ήρα (τη χαϊδεύει, μάλιστα, τον γλύφει κι εκείνη, όλα καλά) και μ’ αυτά και μ’ αυτά… δένει το καράβι.
Λίγο αργότερα, λοστρόμος τις μου λέει (με ευγένεια, φυσικά, καθότι κρατάω την Ήρα απ’ το λουρί και ένα ροτβάιλερ 45 κιλών, οσοδήποτε ήρεμο, είναι κάτι σαν «Ζαμπούνης-εξπρές»: σε μαθαίνει σαβουάρ βιβρ σε ένα δευτερόλεπτο):
«Μα καλά, το είχατε λυτό το στσυλί; Δεν ήντονε σωστό. Δεν μπορούσαμε να μπούμε να ρίξουμε τσι κάβους».
«Δεν ήταν σωστό», του λέω κι εγώ. «Αλλά ούτε τα κλουβιά ήταν σωστό να έχουν σπασμένες κλειδαριές. Δεν ήταν λυτό, λοιπόν. Βγήκε απ’ το κλουβί».
«Ένα στσοινί δεν υπήρσε;», μου λέει.
«Υπήρχε», του λέω, «αλλά ήταν λεπτό. Και μόνο στον καπετάνιο δεν ζήτησα χθες ένα πιο χοντρό και δεν βρήκα πουθενά».
«Δεν έπρεπε να είναι ελεύθερο», μου ξαναλέει.
«Καλά, ας μην κάνουμε απ’ την αρχή τώρα την κουβέντα», λέω εγώ και το πράγμα έμεινε εκεί.
Ηθικόν δίδαγμα: σαν βγείτε στον πηγαιμό για την Κρήτη με στσυλί μαζί σας, να έχετε πρόχειρα, εκτός από τα απαραίτητα για το μάζεμα των τυχόν ακαθαρσιών και το βιβλιάριο που θα μπορεί να αποδείξει στον πάσα ένα περίεργο ότι το ζώο σίγουρα δεν κουβαλάει τίποτε μεταδοτικό (ενώ ποιος μπορεί να πει με εξίσου μεγάλη σιγουριά το ίδιο για εκείνον ή τη συμβία του, π.χ. ένα σπρέι Dettol για το κλουβί και κάνα δυό μέτρα χοντρούτσικο σύρμα για την πόρτα του κλουβιού. Και ένα μπολ για νερό. Το κατάστημα δεν διαθέτει.
Α, και κάτι ακόμη: γελώντας μόνος μου, αργότερα, καθώς φανταζόμουν το σκηνικό, με τους ναύτες να κάνουν μεταβολή μπαίνοντας στις «στσυλιέρες» και βλέποντας το κτήνος να κοιμάται ανέμελο μπροστά στο ανοιγμένο κλουβί, φαντάστηκα και πώς θα παρουσίαζαν το θέμα τα κανάλια, εάν, τελικά, δεν βρισκόταν ένας θαρραλέος, να το προσπεράσει και να φτάσει στους κάβους.
«Ροτβάιλερ-δολοφόνος τρομοκρατεί πλοίο της γραμμής»!
«Κινδύνευσαν ζωές από λυσσασμένο ροτβάιλερ»!
«Αγωνία για 1.500 επιβάτες επιβατηγού πλοίου από μανιασμένο ροτβάιλερ»!
«Είχαμε άγιο, λένε στο Μπούρδα Τσάνελ, οι επιβάτες πλοίου που βρέθηκαν αντιμέτωποι με ροτβάιλερ-φονιά».
Και όλα τα σχετικά… Άσχετα, ως συνήθως.
Στην Ελλάδα, άλλωστε (που ακόμη περιλαμβάνει και τις δύο Κρήτες…) το να συναπαντήσεις την αλήθεια και μόνο την αλήθεια χωρίς φοβο(λαγνεία) και πάθος σε θέμα δελτίου ειδήσεων έχει τις ίδιες πιθανότητες με το να βρεθεί ναυτιλιακή εταιρεία που να δίνει και μια δεύτερη δεκάρα για τους επιβάτες της που τολμούν να συνταξιδεύουν με τα σκυλιά τους -λες και αυτή είναι η “κολάσιμη” επιλογή, ενώ το να συνταξιδεύεις μόνο με ανθρώπους είναι πιο ασφαλές, υγιεινό και ακίνδυνο…
http://markakis.yooblog.gr/2008/07/08/352/
Η Κρήτη -και δεν το λέω επειδή είμαι από ΄δω- είναι μια πολύ ωραία χώρα. (Για την ακρίβεια… δύο, αλλά ας αφήσουμε αυτό το δεύτερο αποσχιστικό επίπεδο στην άκρη προς το παρόν…)
Στην Κρήτη πας συνήθως με καράβι.
Αν κουβαλάς και δύο σκυλιά μαζί σου, πας οπωσδήποτε με καράβι.
Κάποτε, το ταξίδι για την Κρήτη με καράβι ήταν για τα σκυλιά (που ο μεταβολισμός τους είναι έτσι κι αλλιώς επτά φορές πιο γρήγορος απ’ τον δικό μας) ό,τι και η «διαβολοβδομάδα» για τα «βατράχια» του Ναυτικού: αν επιβίωναν απ’ αυτό το 12ωρο, μπορούσαν να ελπίζουν ότι θα επιβιώσουν από κάθε τι στην υπόλοιπη ζωή τους.
Σήμερα, τα πράγματα είναι καλύτερα –όσο καλά μπορεί να είναι τα πράγματα σ’ αυτόν τον άθλιο τόπο για τα ζώα, δηλαδή.
Θέλω να πω: η Ελλάδα (που, ακόμη, περιλαμβάνει και τις δύο Κρήτες…) είναι σκληρή, ανάλγητη, αδιάφορη και κακιά ακόμη και απέναντι στους νέους, υγιείς ανθρώπους της. Πώς να ήταν, δηλαδή, απέναντι στους γέροντες, τους ανήμπορους και τα ζώα; Καλύτερη; Χλωμό.
Έτσι, παρότι σε σχέση με ό,τι συνέβαινε κάποτε, τώρα υπάρχει στα καράβια για Κρήτη ειδικός χώρος με κλουβιά για τα σκυλιά (κρητιστί «στσυλιέρες»), ακόμη κι όταν ο χώρος είναι ανεκτός σε συνθήκες και σχετικώς επαρκής σε έκταση, τα κλουβιά είναι βρόμικα και παραμελημένα. Και, συνήθως, χωρίς κλειδαριές.
Τώρα, όταν το ένα σκυλί είναι μια ζωηρή μεν, αλλά «μόλις» 25 κιλών Μοσχατο-Καναδο-Καλλιθεάτικη ποιμενική (ναι: καλά καταλάβατε, ημί-ημί-ημίαιμη, δηλαδή), το πράγμα βολεύεται μ’ ένα κομμάτι σύρμα και μια πρόχειρη πατέντα.
Όταν η άλλη είναι καθαρόαιμο ροτβάιλερ 45 κιλών, όμως, δεν βολεύεται. Ειδικά όταν μιλάμε για τη θηλυκή «Χουντίνι» των σκυλιών, που μια φορά έχει ξεφύγει ακόμη και από “σαμαράκι” για τους ώμους προκειμένου να βρεθεί εκεί που ήθελε…
Σχωρνάτε, όμως, χωριανοί: όταν ζητάς ένα κομμάτι σκοινί σ’ ένα καράβι και σε αντιμετωπίζουν όλοι, ευγενικά μεν, αλλά σαν να ζητάς ψαρονέφρι σε εστιατόριο στην Τεχεράνη, φταις, μετά, που το ροτβάιλερ, εφόσον αποφασίσει να αποτινάξει δεσμά, αντιμετωπίζει τον σπάγκο που ανέσυρες απ’ τα μπαγκάζια σου σαν κλωστή; Όχι.
Ούτε αυτό φταίει.
Της ήρθε να βγει; Βγήκε.
Κι εκεί, άρχισε το γλέντι.
Ώρα πέντε το πρωί, καταφθάνει κανείς στο χώρο των κάβων, όπου και οι «στσυλιέρες» και το θέαμα είναι το εξής: το κτήνος (το οποίο, btw, εάν δεν την πειράξεις ή δεν πειράξεις τα αφεντικά της, έχει τον γλυκύτερο και πιο ήρεμο χαρακτήρα που μπορεί κανείς να βρει σε σκυλί, πλην όμως, λόγω μεγέθους και μόνο είναι εκφοβιστική) είναι χυμμένο, όλα τα 45 κιλά της, μπροστά στο ανοιχτό κλουβί και κουνάει την κολοβή της με το που μας βλέπει.
Συν-ταλαίπωρος συνταξιδιώτης που κατεβαίνει Κρήτη παρέα με ημίαιμο ντόπερμαν ονόματι «Απόλλων», μας διηγείται τα καθέκαστα: βγαίνει, μας λέει, η Ήρα από το κλουβί κατά τις τέσσερις, οργανώνει τη συναυλία σε γαβ μείζον των φυλακισμένων τετράποδων αδελφών, κάνει τις βόλτες της, παίζει με τον Απόλλωνα και μετά αράζει. Και μετά… έρχονται ναύτες και ναυτόπαιδες να ετοιμάσουν τους κάβους. Και μπαίνουν ένας ένας, μας λέει ο συν-ταλαίπωρος και με το που βλέπουν το κτήνος, τσουπ, γυρίζουν πίσω και στέλνουν τον επόμενο. Εκείνος, που έχει γνωριστεί μαζί της, τους λέει ότι δεν υπάρχει πρόβλημα, αλλά δεν τον πιστεύουν. Τελικά, βρίσκεται θαρραλέος ο οποίος μπαίνει στον χώρο χωρίς να φοβηθεί την Ήρα (τη χαϊδεύει, μάλιστα, τον γλύφει κι εκείνη, όλα καλά) και μ’ αυτά και μ’ αυτά… δένει το καράβι.
Λίγο αργότερα, λοστρόμος τις μου λέει (με ευγένεια, φυσικά, καθότι κρατάω την Ήρα απ’ το λουρί και ένα ροτβάιλερ 45 κιλών, οσοδήποτε ήρεμο, είναι κάτι σαν «Ζαμπούνης-εξπρές»: σε μαθαίνει σαβουάρ βιβρ σε ένα δευτερόλεπτο):
«Μα καλά, το είχατε λυτό το στσυλί; Δεν ήντονε σωστό. Δεν μπορούσαμε να μπούμε να ρίξουμε τσι κάβους».
«Δεν ήταν σωστό», του λέω κι εγώ. «Αλλά ούτε τα κλουβιά ήταν σωστό να έχουν σπασμένες κλειδαριές. Δεν ήταν λυτό, λοιπόν. Βγήκε απ’ το κλουβί».
«Ένα στσοινί δεν υπήρσε;», μου λέει.
«Υπήρχε», του λέω, «αλλά ήταν λεπτό. Και μόνο στον καπετάνιο δεν ζήτησα χθες ένα πιο χοντρό και δεν βρήκα πουθενά».
«Δεν έπρεπε να είναι ελεύθερο», μου ξαναλέει.
«Καλά, ας μην κάνουμε απ’ την αρχή τώρα την κουβέντα», λέω εγώ και το πράγμα έμεινε εκεί.
Ηθικόν δίδαγμα: σαν βγείτε στον πηγαιμό για την Κρήτη με στσυλί μαζί σας, να έχετε πρόχειρα, εκτός από τα απαραίτητα για το μάζεμα των τυχόν ακαθαρσιών και το βιβλιάριο που θα μπορεί να αποδείξει στον πάσα ένα περίεργο ότι το ζώο σίγουρα δεν κουβαλάει τίποτε μεταδοτικό (ενώ ποιος μπορεί να πει με εξίσου μεγάλη σιγουριά το ίδιο για εκείνον ή τη συμβία του, π.χ. ένα σπρέι Dettol για το κλουβί και κάνα δυό μέτρα χοντρούτσικο σύρμα για την πόρτα του κλουβιού. Και ένα μπολ για νερό. Το κατάστημα δεν διαθέτει.
Α, και κάτι ακόμη: γελώντας μόνος μου, αργότερα, καθώς φανταζόμουν το σκηνικό, με τους ναύτες να κάνουν μεταβολή μπαίνοντας στις «στσυλιέρες» και βλέποντας το κτήνος να κοιμάται ανέμελο μπροστά στο ανοιγμένο κλουβί, φαντάστηκα και πώς θα παρουσίαζαν το θέμα τα κανάλια, εάν, τελικά, δεν βρισκόταν ένας θαρραλέος, να το προσπεράσει και να φτάσει στους κάβους.
«Ροτβάιλερ-δολοφόνος τρομοκρατεί πλοίο της γραμμής»!
«Κινδύνευσαν ζωές από λυσσασμένο ροτβάιλερ»!
«Αγωνία για 1.500 επιβάτες επιβατηγού πλοίου από μανιασμένο ροτβάιλερ»!
«Είχαμε άγιο, λένε στο Μπούρδα Τσάνελ, οι επιβάτες πλοίου που βρέθηκαν αντιμέτωποι με ροτβάιλερ-φονιά».
Και όλα τα σχετικά… Άσχετα, ως συνήθως.
Στην Ελλάδα, άλλωστε (που ακόμη περιλαμβάνει και τις δύο Κρήτες…) το να συναπαντήσεις την αλήθεια και μόνο την αλήθεια χωρίς φοβο(λαγνεία) και πάθος σε θέμα δελτίου ειδήσεων έχει τις ίδιες πιθανότητες με το να βρεθεί ναυτιλιακή εταιρεία που να δίνει και μια δεύτερη δεκάρα για τους επιβάτες της που τολμούν να συνταξιδεύουν με τα σκυλιά τους -λες και αυτή είναι η “κολάσιμη” επιλογή, ενώ το να συνταξιδεύεις μόνο με ανθρώπους είναι πιο ασφαλές, υγιεινό και ακίνδυνο…