Τον τελευταίο καιρό πληροφορούμαστε για μαζικές θανατώσεις σκύλων, για διάφορους λόγους και με διάφορες αφορμές, σε διάφορες χώρες. Πιο πρόσφατες οι περιπτώσεις της Δανίας και της Ρουμανίας. Υπάρχει όμως μια ιστορία από το παρελθόν που πολλοί λίγοι γνωρίζουν και αφορά μια χώρα που είναι γνωστή για την φιλοζωική της παιδεία και παράδοση.
Κατά την έναρξη του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου, ένα φυλλάδιο της κυβέρνησης οδήγησε σε μια μαζική σφαγή των Βρετανικών κατοικίδιων ζώων. Καθώς περίπου 750.000 κατοικίδια ζώα Βρετανών θανατώθηκαν σε μόλις μία εβδομάδα. Αυτή η ελάχιστα γνωστή στιγμή πανικού που αποφεύγουν οι Βρετανοί να συζητούν διερευνάται σε ένα νέο βιβλίο.
Η σφαγή ήρθε ως αποτέλεσμα μιας εκστρατείας ενημέρωσης του κοινού που προκάλεσε μια ασυνήθιστη αντίδραση των ανήσυχων Βρετανών.
Το καλοκαίρι του 1939, λίγο πριν το ξέσπασμα του πολέμου, η Εθνική Επιτροπή Προφύλαξης Εναέριων Επιθέσεων για τα Ζώα (National Air Raid Precautions Animals Committee – NARPAC) ιδρύθηκε και συνέταξε μια ανακοίνωση «Συμβουλές για τους ιδιοκτήτες των ζώων».
Το φυλλάδιο έγραφε: «Αν είναι δυνατόν, να στείλετε ή να πάρετε τα κατοικίδια ζώα σας στην επαρχία πριν παρουσιαστεί περίπτωση έκτακτης ανάγκης». Κατέληγε στο συμπέρασμα: «Αν δεν μπορείτε να τα τοποθετήσετε στη φροντίδα των γειτόνων, είναι πραγματικά στοργικότερο να τα θανατώσετε».
Οι συμβουλές που τυπώθηκαν σχεδόν σε κάθε εφημερίδα και ανακοινώθηκαν και στο BBC ήταν «Μια εθνική τραγωδία στα σκαριά», λέει η Clare Campbell, συγγραφέας του νέου βιβλίου «Bonzo’s War: Animals Under Fire 1939 -1945».
Η Campbell θυμάται μια ιστορία με το θείο της «Λίγο μετά την εισβολή στην Πολωνία είχε ανακοινωθεί στο ραδιόφωνο ότι ενδέχεται να υπάρχει έλλειψη τροφίμων. Ο θείος μου ανακοίνωσε ότι το κατοικίδιο της οικογένειας, ο Paddy, θα πρέπει να θανατωθεί την επόμενη μέρα».
Μετά την κήρυξη του πολέμου, στις 3 Σεπτεμβρίου του 1939, οι ιδιοκτήτες κατοικίδιων ζώων συνωστίζονταν στους κτηνιάτρους και τα φιλοζωικά σωματεία.
«Τα φιλοζωικά σωματεία, η PDSA, η RSPCA και οι κτηνίατροι ήταν όλοι αντίθετοι με τη θανάτωση των ζώων συντροφιάς και ανησυχούσαν ιδιαίτερα για τους ανθρώπους που παρατούσαν τα ζώα στο κατώφλι τους κατά την έναρξη του πολέμου», λέει η ιστορικός Hilda Kean.
Το φιλοζωικό σωματείο «Battersea Dogs and Cats Home» άνοιξε τις πόρτες του το 1860 και επέζησε δύο πολέμων… «Πολλοί άνθρωποι επικοινώνησαν μαζί μας μετά το ξέσπασμα του πολέμου για να μας ζητήσουν ευθανασία για τα κατοικίδια ζώα τους – είτε επειδή επρόκειτο να φύγουν για τον πόλεμο, είχαν βομβαρδιστεί ή δεν μπορούσαν πλέον να αντέξουν οικονομικά για να τα κρατήσουν κατά τη διάρκεια διανομής τροφής με δελτίο» λέει εκπρόσωπος του σωματείου.
«Το Battersea πραγματικά συνιστούσε κατά της λήψης αυτών των δραστικών μέτρων και ο στη συνέχεια διευθυντής μας, Edward Healey-Tutt, έγραφε σε ανθρώπους ζητώντας τους να μην είναι τόσο επιπόλαιοι και βιαστικοί».
Αλλά η Campbell αναφέρει πως κάποιος Arthur Banks, της RSPCA «ζοφερά είχε αποφανθεί ότι το πρωταρχικό καθήκον ήταν η θανάτωση των ζώων».
Κατά τις πρώτες ημέρες του πολέμου, τα νοσοκομεία και τα ιατρεία της PDSA δεν μπορούσαν να διαχειριστούν την πληθώρα των ιδιοκτητών που έφερναν τα κατοικίδια ζώα τους για ευθανασία. Η ιδρυτής της PDSA Maria Dickin αναφέρει: «Το επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό μας καλείται να εκτελέσει αυτό το δυσάρεστο καθήκον και κανείς μας δεν θα ξεχάσει ποτέ την τραγωδία εκείνων των ημερών».
Επικήδειες και «εις μνήμην» ανακοινώσεις άρχισαν να εμφανίζονται στον τύπο: «Ευχάριστες αναμνήσεις της Lola, γλυκός και πιστός φίλος, θανατώθηκε την 4η Σεπτεμβρίου του 1939, για να σωθεί από τα δεινά του πολέμου. Μια σύντομη αλλά ευτυχισμένη ζωή – 2 χρόνια και 12 εβδομάδες… Συγχώρεσε μας φίλε!» γράφει κάποιος στο περιοδικό «Tail Wagger».
Η πρώτη βομβιστική επίθεση στο Λονδίνο, τον Σεπτέμβριο του 1940 ήταν η αφορμή που ακόμα περισσότεροι ιδιοκτήτες κατοικίδιων ζώων έσπευσαν να θανατώσουν τα κατοικίδια ζώα τους.
Υπήρχαν και ψυχραιμότεροι άνθρωποι που δεν είχαν πανικοβληθεί, όπως δυστυχώς οι περισσότεροι και προσπαθούσαν να πείσουν πως το να κάνεις ευθανασία στο κατοικίδιο σου είναι μια πολύ τραγική απόφαση και δεν θα πρέπει να φτάνουμε σε αυτή αν δεν συντρέχουν πραγματικά σοβαροί λόγοι.
Αλλά το φυλλάδιο της κυβέρνησης είχε σπείρει ένα ισχυρό σπόρο.
«Στους ανθρώπους είχε ουσιαστικά ζητηθεί να σκοτώσουν τα κατοικίδια ζώα τους και το έκαναν. Σκότωσαν 750.000 από αυτά σε διάστημα μιας εβδομάδας – ήταν μια πραγματική τραγωδία, μια πλήρης καταστροφή» λέει η Christie Campbell, η οποία βοήθησε στη συγγραφή του βιβλίου.
Η ιστορικός Hilda Kean λέει ότι ήταν απλά άλλος ένας τρόπος που σήμαινε ότι ο πόλεμος είχε αρχίσει…«Ήταν ένα από τα πράγματα που οι άνθρωποι έπρεπε να κάνουν όταν ήρθε η είδηση – να φυγαδεύσουν τα παιδιά, να βάλουν τις κουρτίνες συσκότισης, να σκοτώσουν τη γάτα».
Ήταν η έλλειψη τροφίμων, όχι οι βόμβες, που έθεσαν τη μεγαλύτερη απειλή για τα κατοικίδια ζώα κατά την διάρκεια του πολέμου. Δεν υπήρχε δελτίο τροφής για γάτες και σκύλους.
Αλλά πολλοί ιδιοκτήτες μπόρεσαν να κάνουν κάτι. Η Pauline Cotton ήταν μόλις πέντε ετών εκείνη την εποχή και ζούσε στο Dagenham. Θυμάται «…στις ουρές με την οικογένεια στο Blacks Market στο Barking να αγοράσουν κρέας αλόγου για να ταΐσουν τη γάτα της οικογένειας».
Ακόμα και με μόνο τέσσερις υπαλλήλους σαν προσωπικό το Battersea, κατάφερε να ταΐσει και να φροντίσει 145.000 σκυλιά κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Πολλοί άνθρωποι, ευκατάστατοι και φιλόζωοι της εποχής, όπως η Δούκισσα του Hamilton έσπευσαν να βοηθήσουν όπως μπορούσαν. Η Δούκισσα ταξίδεψε από την Σκωτία στο Λονδίνο για να απευθύνει έκκληση μέσω του BBC για να βρεθούν σπίτια στην επαρχία ώστε να φιλοξενηθούν τα ζώα του Λονδίνου και να γλυτώσουν.
Επίσης, δημιούργησε ένα καταφύγιο για τα ζώα στο αεροδρόμιο του Ferne όπου φιλοξενήθηκαν εκατοντάδες ζώα και ζήτησε και συγνώμη από τους γύρω κατοίκους για τα γαβγίσματα και την φασαρία.
Τελικά, με δεδομένη την αφάνταστη ανθρώπινη δυστυχία που ακολούθησε στα έξι χρόνια του πολέμου, είναι ίσως κατανοητό γιατί αυτή η «έκτακτη» σφαγή των ζώων δεν είναι ευρύτερα γνωστή.
«Δεν είναι γνωστό ότι τόσο πολλά κατοικίδια ζώα σκοτώθηκαν διότι δεν είναι μια ωραία ιστορία, δεν ταιριάζει με την φήμη μας ως έθνος που λατρεύει τα ζώα. Οι άνθρωποι δεν θέλουν να θυμούνται πως με το πρώτο σημάδι του πολέμου πήγαν να σκοτώσουν τον πιστό τους φίλο» λέει η συγγραφέας.